οἰσοφάγῳ

οἰσοφάγῳ
οἰσοφάγος
gullet
masc dat sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • κομπιάζω — 1. (για δένδρα) βγάζω κόμπους, μπουμπούκια, μπουμπουκιάζω 2. προσκρούω σε ρόζο σανίδας («κόμπιασε το πριόνι») 3. (σχετικά με φαγητό) έχω δυσκολία στην κατάποση («δώσε μου λίγο νερό, γιατί κόμπιασα») 4. (ειρωνικά για τροφή που δεν αρέσει) στέκομαι …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”